Κορωνοϊός και Προβλεψιμότητα: Διαλεκτική
-Καλησπέρα σας.
-Καλησπέρα σας.
-Καλησπέρμα σας.
-Αναμενόμενο.
-Όλα καλά;
-Όχι κι άσχημα για ζωντανοί-νεκροί…
-Μα τι λέτε; Δεν είμαστε ζόμπι!
-Όχι, δεν είμαστε. Ωστόσο…
-Όχι πάλι…
-Συγνώμη;
-Αγνοήστε τον, πέθανε στο πρώτο κύμα και έχει τα νεύρα του. Λοιπόν, εμείς τώρα είμαστε νεκροί, σωστά; Αλλά αντί για Παράδεισο, Κόλαση ή ατελείωτους σιδηρόδρομους και τρένα στο κενό, περιμένουμε σε μια αίθουσα αναμονής πιο λευκή κι από ψήφο αναρχικού.
-Οι αναρχικοί ψηφίζουν ΑΝΤΑΡΣΥΑ, αγαπητέ.
-Ή ρίχνουν άκυρο, είναι πιο επαναστατικό.
-Αυτό που θέλω να πω είναι ότι προφανώς, περιμένουμε να κριθούν οι αμαρτίες μας. Άρα δεν είμαστε εντελώς νεκροί ακόμα. Άρα, ζωντανοί-νεκροί.
-Νομίζω πως προτιμώ το «ζόμπι».
-Πως πέθανες δεν μας είπες.
-Με κόλλησε ο εγγονός μου. Δεν είχαν κλείσει ακόμα τα σχολεία και πάντα του άρεσε να με αγκαλιάζει. Δοτικό παιδί. Και υπερκινητικό θα έλεγα. Ίσως έφταιγε η κόκα που του έριχνα κρυφά στο γάλα.
-Κόκα; Στο γάλα του εγγονού σου; Γιατί;
-Η εναλλακτική μου ήταν η παρενόχληση, και δεν είμαι αρκετά θρήσκος γι’ αυτό.
-Όχι, εννοώ γιατί να σπαταλήσεις έτσι τα ναρκωτικά σου;
-Άσε τις αναμενόμενες ανατροπές με στόχο να προκαλέσεις γέλιο και μίλα. Εσένα πως σε χάσαμε;
-Δούλευα ως καθαριστής στο «Καραϊσκάκη» και ο Μαρινάκης φταρνίστηκε δίπλα μου. Από την πρώτη μέρα το ένιωθα πως δεν ανήκω εκεί, Έπρεπε να ακούσω το ένστικτο μου.
-Γιατί; Είσαι βάζελος;
-Όχι, καρδιακός. Όλη αυτή η ένταση των αγώνων με τάραζε πολύ.
-Σε έφτανε στα Μαρινάκρα σου;
-Καθόλου αναμενόμενο.
-Καθόλου ευγενικό.
-Όλου απαίσιο.
-Αυτό στέκει λεξιλογικά;
-Μετά από δύο απαίσια αστεία χάνεις το δικαίωμα της άποψης.
-Συμφωνώ.
-Να ‘σαι καλά, γαυροσκουπιδομαζώχτρα.
-Συγνώμη, εσύ Ιταλός δεν είσαι; Εμείς πως καταλαβαίνουμε τι λες;
-Έλληνας είμαι. Στην Ιταλία πήγα Εράσμους.
-Και έμεινες για πάντα;
-Όχι, γύρισα κανονικά. Πέρυσι επέστρεψα για να ξεφύγω από το Μαρινάκη. Χρωστάω κάτι λεφτά στην ΠΑΕ.
-ΌΛΑ ΣΥΝΔΕΟΝΤΑΙ
-Σκάστε, ακούω βήματα πίσω από την πόρτ- καλησπέρα σας.
-Καλησπέρα σας.
-Καλησπέρα σας.
-Μαθαίνεις.
-Καλησπέρα σας, κύριοι. Ας μπούμε κατευθείαν στο θέμα. Θύμα πρώτο, κρίθηκες. Παράδεισος. Τρίτη πόρτα αριστερά.
-Να ‘σαι καλά. Αντίο παιδιά. Δεν τα λέμε.
-Καλή συνέχεια!
-Μπάι! Τελικά αυτόν ποιος τον κόλλησε;
-Κανένας. Πέθανε από τροχαίο.
-Θύμα δεύτερο, κρίθηκες. Ατελείωτοι σιδηρόδρομοι και τρένα στο κενό. Έβδομη πόρτα δεξιά.
-Τέλειο! Δεν ήξερα καν ότι υπήρχε!
-Ναι, καταλαβαίνω αυτή την αβεβαιότητα για τη μεταθανάτια ζωή.
-Για την ακρίβεια, θύμα δεύτερο, δεν υπήρχε. Το πανταχού παρόν και ακούον αφεντικό μου το έμαθε από εσάς και του φάνηκε εξαιρετική ιδέα. Ορίστε και η κάρτα του πρώτου πελάτη. Να προσέχεις τα κενά ανάμεσα στα βαγόνια και τους Πακιστανούς στο κυλικείο.
-Δεν ήξερα πως το αφεντικό σου είναι ρατσιστής.
-Δεν είναι. Εγώ όμως ψηφίζω Βελόπουλο.
-Δεκτό. Τα λέμε φίλε!
-Ελπίζω όχι. Τα τρένα μου φέρνουν ναυτία.
-Θύμα τρίτο, επανακρίθηκες. Μισό λεπτό να σβήσω το «Κόλαση, ενδέκατη πόρτα ευθεία».
-Γαμώτο, προδόθηκα.
-Μετά από εσένα.
-Πως και δεν βάλατε την κόλαση στην έκτη πόρτα;
-Δεν είμαστε τόσο προβλέψιμοι.
-Δεκτό.