Πώς να αγαπήσεις ξανά τον εαυτό σου πηγαίνοντας κάθε Κυριακή για πατσά.
Το Μπιτ Παζάρ είναι πολλά πράγματα. Αν είσαι Νοτιοελλαδίτης, είναι πιθανό όνομα για τούρκικο κατάστημα με είδη πληροφορικής ή το μέρος όπου θα σε πουλήσει ο Ερντογάν αν πεις δυνατά τη λέξη «δημοκρατία» στην Άγκυρα. Για τους Βόρειους, από Λαρισαίους και Θεσσαλονικείς μέχρι τον Τζον Σνόου, είναι ένας τόπος ενηλικίωσης. Ένα χάος γεμάτο ταβέρνες και μεζεδοπωλεία που προσφέρουν αλκοόλ χαμηλών τιμών και ποιότητας – αναμειγμένο με φρέσκια εφηβεία και γερασμένη παλικαροσύνη. Κοινώς, πολλά 15χρονα, ακόμα περισσότερα 20χρονα και κάποιοι ξεχασμένοι ιδιοκτήτες και θείοι χαμένοι στη μετάφραση της κοινωνικοποίησης.
Εκεί, είχα την πρώτη μου εμπειρία με τον εν λόγω «έδεσμα», όταν κατέληξα σε ένα διάσημο πατσατζίδικο που καραδοκούσε για μεθυσμένους νεανίες, σαν εμένα και την παρέα μου. 4 άτομα, οι 2 σκεπτικοί σαν emoticons συνωμοσιολόγου, ο ένας έτοιμος να αναπολήσει τα παιδικά του χρόνια με τον πατέρα του στα τοπικά κρεοπωλεία, και ο τελευταίος να χοροπηδάει γύρω-γύρω, διψασμένος για ακατανόμαστης προέλευσης κρέας και νέες εμπειρίες. Σας αφήνω να μαντέψετε ποιος ήμουν εγώ.
Μπήκαμε, καθίσαμε και παραγγείλαμε. Οι φίλοι μου νερό, εμείς 2 μερίδες πατσά. Ούτε καν να δοκιμάσω πρώτα από το πιάτο του διπλανού μου ήθελα. Τόσο σίγουρος ένιωθα. Ότι θα ξεράσω. Ώπα, αυτό ήρθε μετά.
Δεν ξέρω αν έχετε ποτέ βρεθεί σε φάρμα με κάποια σχολική εκδρομή ή κάποιο περίεργο και απλησίαστο ηλικιακά μέλος του σογιού σας, αλλά αν το πράξατε, σίγουρα θυμάστε τη μυρωδιά. Εκείνη την μυρωδιά αγελαδίσιας πέτσας, αναμεμειγμένης με κοπριά, άχυρα, χώμα, τσιγάρα, εθνικισμό και επαρχιακό σκυλάδικο. Το ‘χουμε;
Φανταστείτε να το τρώτε.
Ο πατσάς κυρίες και κύριοι!
Η εξόρμηση έληξε με τον φίλο μου να καταβροχθίζει 2 μερίδες σα να μην υπάρχει καλοκαίρι και εμένα να αναρωτιέμαι αν για τα 6 ευρώ που έχασα έφταιγε ο πληθωρισμός. Ορκίστηκα να μην ξαναεισχωρήσω αυτό το κατασκεύασμα στη στοματική μου κοιλότητα μέχρι η Κόλαση να παγώσει ή να βρούμε μια καλύτερη έκφραση για να δηλώσουμε το «ποτέ». Όμως, Karma is a bitch.
Στις επόμενες μέρες, έτυχε να συζητήσω αυτήν την τραγωδία με ένα φίλο, ο οποίος μου προσέφερε μια ιδιοφυή λύση σαν από μηχανής θεός, λες και η τραγωδία μου μεταμορφώθηκε σε παράσταση της Επιδαύρου:
«Ξαναφάε».
Και ξέρετε κάτι;
Αυτό ακριβώς έκανα.
Επί ένα μήνα, επέστρεφα στο ίδιο εστιατόριο και δοκίμαζα το ίδιο πιάτο. Και όταν δεν είδα προκοπή, έκανα ό,τι θα έκανε κάθε απογοητευμένος πελάτης. Έβγαλα το κασκόλ του Άρη και άλλαξα μαγαζί (ποδοσφαιρικό αστείο Θανάση; Τόσο χαμηλά;). Πραγματοποίησα πολυάριθμες εξόδους σε κάθε λογής τρώγλη της μαγειρικής τέχνης και εισέπνευσα τόσο βάναυσες μυρωδιές που αυτόματα γύρισα πίσω το χρόνο και πρόσθεσα στο μηχανογραφικό μου την Ζωική Παραγωγή Θεσσαλονίκης.
Και έτσι, μετά από μια τέτοια έρευνα, δεν θα μπορούσα να μην φτάσω και σε ένα ανάλογο συμπέρασμα. Σήμερα λοιπόν, θα αποκαλύψω και σε εσάς αυτή τη μυστική γνώση, αυτά τα ψήγματα πληροφορίας που μπορούν να οδηγήσουν και εσάς στο σημείο να απολαμβάνετε τον πατσά και να αλλάξετε τη ζωή σας.
Δύο λέξεις αρκούν.
ΔΕ ΓΙΝΕΤΑΙ.
Μπερδευτήκατε; Η ανατροπή σας ξινίζει λες και την λένε Αριάνι; Θέλετε περισσότερες λέξεις; Ορίστε άλλες δεκαοχτώ:
Αυτή η μαλακία ΔΕΝ τρώγεται. Τα λεφτά που δίνετε, ΔΕΝ επιστρέφονται και η μύτη σας αξίζει κάτι ΚΑΛΥΤΕΡΟ.
Και όχι, αυτό δεν είναι δικαιολογία για να αρχίσετε την κοκαΐνη. Αν και, αν ανήκετε στους οπαδούς του πατσά, τι χειρότερο μπορεί να σας συμβεί;