Punchline.gr

View Original

Γκραν Κάνυον: Όταν η απόλαυση του ήχου της απόλυτης σιωπής μεγεθύνεται από τον ήχο μιας πορδής κομπολογάτης

Ξεβιδώνεις το καπάκι της τεφροδόχου. Τα πάσα του βιδώματος πνίγουν τον ήχο του κεραμικού ζευγαρώματος δείχνοντας σεβασμό απέναντι σε σένα και την παντοτινή σου αγάπη που έγινε στάχτη. Στέκεσαι στην άκρη του γκρεμού. Είσαι έτοιμος να βάλεις τέλος σε αυτό το παραμύθι που πάντα ήξερες ότι δεν θα είχε αίσια κατάληξη.

Γεννήθηκες στα Φιλιατρά. Παντρεύτηκες στο Λας Βέγκας. Η Ντολόρες ήταν η πιο όμορφή υπέρβαρη γυναίκα που είχες γνωρίσει ποτέ. Ο έρωτας ήταν κεραυνοβόλος και πρωτεύουσα της Μαγνησίας ο Βόλος. Εκεί που της υποσχέθηκες να την πας μόλις γεννούσε το παιδί που έκρυβε στην κοιλιά της.

"Θα σε πάω στο Πήλιο για προβατίνα", της είχες πει και σχεδόν απέβαλε. Αλλά δεν σου κράτησε κακία. Κρατούσε ένα ατμοσίδερο εκείνη την ώρα στα χέρια και δεν μπορούσε να χρησιμοποιήσει τα χέρια της για κάτι άλλο.

Της χαμογέλασες.

Τα φλάσμπακ σου σκάνε ανελέητα στο χείλος του Γκραν Κάνυον. Εκεί που θα ήθελε να τη σκορπίσεις. Την ήξερες μόλις τρεις μέρες αλλά ήταν αρκετές για να σου αφαιρέσει κάθε νόημα για ζωή, η απώλεια της.

Σαν πέταγμα αναποφάσιστου κόνδορα, η τέφρα της, πετάρισε στον αέρα.

Κοίταξες στο άπειρο.

Κι έκλασες.